Πλοιοκτήτης
Η Καταγωγή μου είναι 100\100 από την Τζιά.
Πέρασα όλα τα παιδικά μου χρόνια στο νησί. Οι γονείς μου με άφηναν για τρείς τέσσερους μήνες το καλοκαίρι στην γιαγιά μου. Το σπίτι ήταν ένα διώροφο με δύο δωμάτια και κλαβανί. Το κάτω δωμάτιο επικοινωνούσε με το επάνω με το κλαβανί.
Το ξύλινο ταβάνι είχε ένα καπάκι που άνοιγε και έριχναν μια μικρή απότομη ξύλινη σκάλα. Στο επάνω δωμάτιο έμεναν οι γονείς μου.
Οι πρώτες μου μνήμες ήταν χωρίς ηλεκτρικό.
Θυμάμαι πολύ καλά τις λάμπες με το φυτίλι και το λούξ. Αυτό ήταν με γκάζι και είχε άσπρο φώς.
Το ψυγείο ήταν ξύλινο με πάγο. Μόλις μεγάλωσα λίγο κατέβαινα στο λιμάνι και έπαιρνα τον πάγο από το καΐκι που τον έφερνε στο νησί.
Θυμάμαι ακόμα το μαχαίρι ένα μεγάλο χαντζάρι με πριονωτά δόντια που έκοβε τον πάγο σε τέταρτα.
Εγώ στην αρχή με δυσκολία μετέφερα στο σπίτι της γιαγιάς μου το τέταρτο στην πλαστική τσάντα. Εκείνη την εποχή τα παιδιά έκαναν θελήματα. Μπορεί να περπατούσες στο δρόμο και ο ηλικιωμένος να σου έλεγε να του πάρεις τσιγάρα. Φυσικά και θα πήγαινες.
Τα σπίτια επίσης δεν είχαν νερό. Υπήρχε μια βρύση κεντρική μπροστά στο ξενοδοχείο Καρθαία. Κατόπιν όταν ήρθε το ρεύμα το 60 ήταν μια δύο γεννήτριες λίγο πριν την Χώρα που είχαν παραγωγή ρεύματος για δημόσια χρήση. Ο δρόμος για την Χώρα ήταν χωμάτινος. Τουρίστες δεν υπήρχαν.
Θυμάμαι το Πάσχα. Δεν θα ξεχάσω την ευλάβεια των ανθρώπων που έβλεπα στα μάτια τους. Ήμουν παπαδάκι και συμμετείχα σε όλες τις θρησκευτικές εκδηλώσεις.
Μικρός θα ήμουνα όταν ψαρεύοντας στον μόλο από άσπρο και μπλε μάρμαρο νομίζω ότι έγινε το 1900, μετά τον άλλαξαν είχα μια δυσάρεστη εμπειρία.
Προσπαθώντας να δολώσω το αγκίστρι με ζυμάρι που είχα πάρει από τον φούρνο και ανακατεύοντας και τυρί, πέρασε κάποιος και έσπρωξε με αποτέλεσμα να μπει το αγκίστρι στο δάχτυλό μου. Μου το έβγαλε ο Τζίμης που δούλευε στην ΔΕΗ με μια τανάλια. Τα καλάμια ψαρέματος τα κάναμε εμείς. Τα κόβαμε από την ρεματιά τα καθαρίζαμε και τα προσαρμόζαμε στα μέτρα μας.
Μια χρονιά είχε τελειώσει το καλοκαίρι και είχαν ανοίξει τα σχολεία.
Οι γονείς μου δεν με είχαν πάρει και έτσι ξεκίνησα στο σχολείο του νησιού.
Δεν ξεχνώ ακόμα τα θρανία του σχολείου στο Λιβάδι.
Θυμάμαι το πανηγύρι του Αι Σώστη. Πηγαίναμε με τα μουλάρια. Κοιμόμασταν μέσα στην εκκλησία και την άλλη μέρα γινόταν η λειτουργία.
Υπήρχε και σινεμά το οποίο είχε η κυρ. Μαίρη η συνεματζού. 64-74 θα ήταν τότε.
Η μηχανή προβολής ήταν στο λιμάνι εκεί που είναι τώρα το περίπτερο.
Όταν ήταν ακατάλληλο το έργο ερχόταν οι προύχοντες και καθόταν στην πρώτη σειρά.
Εμείς τα παιδιά που θέλαμε να δούμε σκαρφαλώναμε στην μάντρα και βλέπαμε κρυφά.
Θάμασαν καμιά δεκαπενταριά Τζιωτόπουλα και μη.
Το πρωί μουλιάζαμε κυριολεκτικά στο νερό και το απογευματάκι παίζαμε ποδόσφαιρο στο γήπεδο του εργοστασίου Εμαγιέ που το λέγαμε Καγιατζόγλιο από το Καυτατζόγλιο. Το οικόπεδο ανήκε σε κάποιον Καγιά. Εκεί ήταν παρατημένο και το πρώτο ταξί που είχε φέρει κάποιος στο νησί.
Φυσικά και δεν υπήρχαν αυτοκίνητα στην αρχή στο νησί.
Δεν μπορούσαν να έρθουν λόγω καραβιού. Το πρώτο καΐκι ήταν του Βρονταμίτη. Ηταν μικρό και έκανε μεταφορές λίγων ζώων και επιβατών Μετά έγινε μία εταιρεία λαϊκής βάσης η οποία πήρε το Κορρησία υπερωκεάνιο της εποχής. Αυτό στο παρθενικό του ταξίδι τράκαρε στο μόλο του λιμανιού. Ευτυχώς ήταν ρηχά τα νερά και δεν βυθίστηκε. Έδεσαν το κατάρτι του σένα στύλο για να το κρατήσουν ίσιο
Μπροστά είχε ένα μπαράκι που έβαζαν τα μοσχάρια τον πάγο και γενικά όλων των ειδών τα πράματα που μετάφεραν Αυτό λοιπόν γέμισε με νερό όταν τρακάρισε και έμοιαζε με πισίνα.
Εγώ μικρός τότε βλέποντας το όλος χαρά λέω στον πατέρα μου Μπορώ να κάνω βουτιά στην πισίνα? Εκείνος ήταν σκασμένος από την στεναχώρια του για την κατάληξη του παρθενικού του ταξιδιού και μου λέει το αξέχαστο σε μένα Αι σιχτίρι.
Το Κορρησία κατέληξε στον πατέρα μου .Αργότερα πήρε το Ιουλίς. Ήταν ένα παλιό ποταμόπλοιο που με πολλά έξοδα μετατράπηκε σε φερυ μπότ..
Αυτό είχε συμμετάσχει και στην απόβαση της Νορμανδίας. Αγοράσθηκε στο Λίβερπουλ.
Οι Εγγλέζοι έγραψαν τότε. Ήρθαν οι Έλληνες και πήραν το βαπόρι μας. Το Ιουλίς είχε δύο δίκτυα και ένα βίντσι. Έτσι μπορούσε να φορτώσει και ένα αυτοκίνητο. Μια φορά το αυτοκίνητο τους έπεσε στην θάλασσα τον ίδιο τρόπο φόρτωνε τα ζώα.
Υπάρχουν πολλές φωτο με την φορτοεκφόρτωση στο λιμάνι.
Μετά πήραμε και άλλα βαπόρια, συνεργαστήκαμε με τον Γούτο στην συγκοινωνία του νησιού.
Ευτυχώς το νησί αγαπήθηκε από τους ανθρώπους που αγόρασαν τη γη της και το φρόντισαν και δεν αλλοιώθηκε.
Είμαι 12-13 ετών και έχω μια φωτογραφική μηχανή. Από μικρός είχα μανία με την φωτογραφία. Θέλω να βγάλω λοιπόν φωτογραφία και είμαι στην πλαγιά, πάνω από το «Εμαγιέ». Την ώρα που προσπαθώ να στήσω τη φωτογραφική μηχανή πιάνομαι από ένα κλαδί για να μην γλιστρήσω. Αισθάνομαι κάτι κρύο στο χέρι μου. Δε δίνω σημασία, απορροφημένος στο κάδρο και σε λίγο νιώθω κάτι να κινείται στο πόδι μου. Έντρομος βλέπω ένα φίδι. Από τον τρόμο μου δε μπορούσα να φωνάξω. Αρχίζω να τρέχω μακριά, αφήνοντας την τσάντα των φωτογραφικών μου ανοιχτή εκεί. Αφού πέρασε λίγο η ώρα και συνήλθα, επέστρεψα. Κλείνω απότομα την τσάντα χωρίς να τολμώ να κοιτάξω μέσα και επιστρέφω στο σπίτι. Μου πήρε όλο το απόγευμα, σκεπτόμενος πως θα ανοίξω τη τσάντα και πως θα αντιδράσω αν το φίδι ήταν μέσα.