Ο ΗΛΙΑΣ ΕΥΘΥΜΙΟΠΟΥΛΟΣ ΕΙΠΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΥΛΛΟΓΗ ΕΡΓΩΝ ΦΩΝΕΣ ΛΟΥΛΟΥΔΙΩΝ
ΕΙΚΟΝΑ, ΤΟΠΙΟ, ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ
Ένα δένδρο κοινό όπως η κερασιά, δεν έχει απλώς φυτική υπόσταση αλλά αποτελεί συμπύκνωμα της ιστορίας των διεθνών συναλλαγών μεταξύ απόμακρων αυτοκρατοριών (εν προκειμένω, της Πορτογαλικής Αυτοκρατορίας και της Κίνας).
Μαρξ στην «Γερμανική Ιδεολογία»
Περιβάλλον είναι τα αιωνόβια δάση, τα υγρά λιβάδια, τα ορεινά βοσκοτόπια, οι απέραντοι κάμποι, τα μικρά αγροκτήματα, οι κατηφορικές ρεματιές, τα νερά που τρέχουν, οι εκβολές των ποταμών, τα βραχώδη νησιά, οι θαλάσσιοι ύφαλοι, τα κοπάδια των μεταναστευτικών ψαριών, τα αποδημητικά πουλιά, το κελάϊδημα του κότσυφα σ’ έναν αστικό κήπο.
Περιβάλλον είναι τα ανασκαμμένα χώματα, τα μπάζα που κατρακυλούν στο πλάι του δρόμου, οι στέγες με τις αιώνιες αναμονές να λογχίζουν τον ουρανό, ο αποκλεισμός της θέας σε όλες τις πόλεις και τα χωριά της επικράτειας από οικοδομές που κτίζονται η μια κολλητά με την άλλη κατά μήκος δρόμων χωρίς πεζοδρόμιο με προφανή κακότητα και σκοπό να μονοπωλήσουν ένα κομμάτι γαλανού ουρανού ή θάλασσας ορατού από το ρετιρέ του 4ου, όλα αυτά που απεξιδανικεύουν τον χώρο και διαταράσσουν την εικόνα.
Ποιάν εικόνα; Μα φυσικά αυτήν που έχουμε μέσα μας. Αυτήν που ξεκινάει από τα παιδικά μας χρόνια όταν παίζαμε μέσα σε ερείπια κυριευμένα από την άνοιξη, αυτήν που βλέπουμε οδηγώντας τ’ αυτοκίνητο, αυτήν που θαυμάζουμε από το ύψωμα ενός λόφου, αυτήν που βλέπουμε στις φωτογραφίες των διακοπών, αυτήν που μας επιτρέπουν οι αισθήσεις μας (είναι γνωστό πως βλέπουμε επιλεκτικά στοιχεία της πραγματικότητας και όχι το υλικό όλον). Βέβαια το τοπίο προϋπάρχει της εικόνας. Όμως η ζωγραφική του απεικόνιση είναι σημαντική γιατί προϋπάρχει στο μυαλό μας, όπως η ομορφιά του προϋπάρχει στο όνειρο. Ο ζωγράφος μεσολαβεί και μας παρέχει έναν νέο κώδικα. Επίσης οριοθετεί το τοπίο.
Το κάδρο είναι ουσιαστικό, Διαχωρίζει τον πίνακα από τον χώρο που τον περιβάλλει και υπογραμμίζει ότι η αλήθεια της εικόνας δεν βρίσκεται στην πιστή αναπαράσταση αλλά στην ποιητική προδιάθεση του ζωγράφου. Το κάδρο είναι όμως ουσιαστικό και για έναν άλλο λόγο. Οι τοπιογράφοι χρησιμοποιούσαν ένα ορθογώνιο πλαίσιο στο οποίο ήταν στερεωμένος ένας νημάτινος τετράγωνος καμβάς. Μέσα από αυτό το «παράθυρο» («window»), όπως το ονόμαζαν παρατηρούσαν το τοπίο που ήθελαν να ζωγραφίσουν. Αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο βλέπουμε τον κόσμο» σχολίασε ο Βέλγος ζωγράφος R. Magritte την σειρά των πινάκων του «La condition humaine» (1933-1935), όπου η ζωγραφική απεικόνιση ενός τοπίου εμπρός από ένα παράθυρο συμπίπτει ταυτολογικά με το πραγματικό τοπίο που εκτυλίσσεται πίσω από αυτό.
Τα όρια ανάμεσα στο ζωγραφισμένο τοπίο και το πραγματικό (που και αυτό αποτελεί μέρος του ίδιου πίνακα) είναι ασαφή, η μια εικόνα περνά αβίαστα και συνεχίζεται στην άλλη. Μόνο το καβαλέτο του ζωγράφου μπροστά στο παράθυρο και η πλευρά του τελάρου που πάνω του είναι καρφωμένος ο μουσαμάς, θυμίζουν ότι πρόκειται για δύο επάλληλες πλην ταυτόσημες εικόνες (έναν πίνακα μέσα σε έναν πίνακα). «Βλέπουμε [τον κόσμο] σαν να ήταν έξω από εμάς μολονότι δεν είναι παρά μια νοητική αναπαράσταση αυτού που βιώνουμε μέσα μας» συνεχίζει ο Magritte.
Το τοπίο δεν είναι ταυτόσημο, αναγκαστικά, με τη μεγάλη θέα, αυτήν την ευρυγώνιου φακού. Μπορεί να είναι αποσπασματικό, μπορεί να εστιάζει στη λεπτομέρεια, μπορεί να προβάλλει ένα μέρος του θεάσιμου κόσμου.
Η αυτοτέλεια του θρυμματισμένου τοπίου απορρέει από την αυτοτέλεια του «νοηματικού χώρου» που, σύμφωνα με τον Αυστρο-αμερικανό μελλοντολόγο Ernst Jantsch, ο άνθρωπος άρχισε να διαμορφώνει από την στιγμή που ξεκίνησε την «ψυχολογική επανάστασή», σηματοδοτεί την πορεία του προς την χειραφέτηση. Είναι ο χώρος «των διανοητικών λειτουργιών του, των συναισθημάτων του, της φαντασίας του, της ικανότητάς του να κατανοεί, να αντιλαμβάνεται και να διατυπώνει έννοιες». Υπάρχει ακόμη, συνεχίζει ο Jantsch, και «ένας πνευματικός χώρος», όπου «εδράζονται οι σχέσεις του ανθρώπου με το υπερβατικό, οι πολιτιστικές του επινοήσεις, από τις αξίες ως την θρησκεία, από την τέχνη ως την φιλοσοφία και την επιστήμη».
Έτσι, η ζωγραφική των τοπίων, της φύσης, του περιβάλλοντος χωρίς τον άνθρωπο (αλλά σημαδεμένου απ’ αυτόν), μας ανοίγει ένα παράθυρο στον κόσμο. Τα λουλούδια της Γ. Μπλιάτσου στην έκθεση, δεν είναι αναπαραστάσεις αντικειμένων, είναι το εικαστικό αποτύπωμα μιας ιστορίας (ή επάλληλων ιστοριών): του αγροτικού περιβάλλοντος (το άνθος του βαμβακιού), της μεγάλης πεδιάδας των παιδικών της χρόνων (παπαρούνες στα στάχυα), του αγρού που ξέμεινε ακαλλιέργητος και γέμισε αγριομαργαρίτες της μπουκαμβίλιας που φύτρωσε τυχαία στην άκρη της μάντρας. Είναι θραύσματα εικόνων ενός περιβάλλοντος του οποίου η σύνθεση γίνεται μέσα απ’ τις ψηφίδες, αλλά και μέσα απ’ την ανάγκη μας για μια ενότητα, που ίσως και να έχει οριστικά χαθεί.
Ηλίας Ευθυμιόπουλος